H απίστευτη σύγχυση νομικών όρων και πραγματικών καταστάσεων που γίνεται από τις ελληνικές κυβερνήσεις των τελευταίων ετών είναι χωρίς προηγούμενο. Έμπλεξαν την έννοια των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (δικ. ζωής, τιμής, ελευθερίας κτλ) που απολαμβάνουν και πρέπει να απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο, με τα πολιτικά δικαιώματα (δικ. εκλέγειν και εκλέγεσθαι, δικ. διορισμού στο Δημόσιο) που μπορούν να έχουν μόνο Έλληνες πολίτες.
Με αυτόν τον τρόπο (περί δήθεν επιταγής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων) προσπαθούν να καλύψουν την δική τους ελεύθερη (και ακατανόητη για πολλούς) επιλογή να κάνουν Έλληνες πολίτες, με εξευτελιστικά κριτήρια, παράνομους μετανάστες και να αλλάξουν την εθνική ομοιογένεια της κοινωνίας μας, παρά την αντίθετη γνώμη της συντριπτικής πλειοψηφίας του απλού ελληνικού λαού.
Ελπίζουμε, με αυτό το άρθρο να απογυμνωθούν από τις όποιες ασαφείς νομικά δικαιολογίες, περί δήθεν επιταγής από ανθρωπιστικές αξίες, και να αποκαλύψουν στον απλό λαό τις πραγματικές τους προθέσεις: εκμεταλλευόμενοι το άρθρο 44 παρ. 2 του Συντάγματος περί μη υποχρεωτικών δημοψηφισμάτων (ώστε να μη φανεί η πραγματική βούληση του ελληνικού λαού), αλλάζουν την εθνική ομοιογένεια της ελληνικής κοινωνίας γιατί απλά έτσι επέλεξαν, γιατί, όπως λέει ο λαός ”έτσι τους γουστάρει”…
Καταρχήν με τον όρο δικαίωμα εννοούμε την εξουσία που.......
το δίκαιο απονέμει σε ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο για να προβαίνει σε πράξη – παράλειψη ή να απαιτεί πράξη – παράλειψη από άλλα φυσικά ή νομικά πρόσωπα και από το κράτος.Ανθρώπινο δικαίωμα είναι αξιώσεις που απορρέουν από τις ανθρώπινες βασικές ανάγκες και που πρέπει να αναγνωρίζονται σε όλα τα ανθρώπινα όντα ακριβώς λόγω του γεγονότος ότι είναι ανθρώπινα πλάσματα. Έχουν δε να κάνουν με την ζωή, και την προσωπικότητα όλων των ανθρώπων, ενώ στη έννοια της προσωπικότητας υπάγονται ως δευτερογενείς έννοιες το δικαίωμα στην τιμή, την υγεία και την ιδιωτική ζωή.
Η σύγχρονη ιστορία της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ξεκινά από το 1945, μετά τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο, οπότε και δημιουργήθηκε ο ΟΗΕ με πρωταρχικό σκοπό την διασφάλιση της ειρήνης, γι’ αυτό και περιέλαβε στον Καταστατικό του Χάρτη αρχές περί μη επέμβασης στο εσωτερικό των κρατών αρ. 2 παρ. 7 και απαγόρευση παράνομης χρήσης βίας αρ. 2 παρ. 4.
Όσον αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα περιορίστηκε σε γενικολογίες και αόριστα άρθρα περί δικαιώματος αυτοδιάθεσης των λαών αρ. 1 παρ. 2 και σεβασμού στα ανθρώπινα δικαιώματα αρ. 55 και 56. Για να καλύψει αυτές τις γενικολογίες ο ΟΗΕ ίδρυσε την Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (1946), η οποία συνέταξε την Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του ανθρώπου (10-12-1948), στην οποία περιλαμβάνει άρθρα για την απαγόρευση των φυλετικών διακρίσεων, το δικαίωμα στην ζωή, στην έκφραση και στην προσωπική ελευθερία, την απαγόρευση των βασανιστηρίων και της αυθαίρετης σύλληψης κτλ.
Ωστόσο, η Οικουμενική αυτή Διακήρυξη, παρόλο που είναι Οικουμενική, δεν είναι δεσμευτική για τα κράτη, γιατί αποτελεί απλή Διακήρυξη και γι’ αυτό τα κράτη, επικαλούμενα την αρχή του Καταστατικού Χάρτη του ΟΗΕ «περί μη επέμβασης στο εσωτερικό των κρατών», έκαναν ό,τι ήθελαν για τα ανθρώπινα δικαιώματα αποκρούοντας κάθε επέμβαση και έλεγχο.
Από τότε ο ΟΗΕ προσπάθησε να προστατέψει τα ανθρώπινα δικαιώματα με επιμέρους διεθνείς συμβάσεις, τηρώντας την αυστηρή διάκριση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων με τα πολιτικά δικαιώματα που είναι ελεύθερο να διαχειρίζεται ένα κράτος, και τα οποία αφορούν στην εθνική του κυριαρχία και κρατική υπόσταση.
Εκτός λοιπόν από τις συμβάσεις που υπογράφτηκαν στο πλαίσιο του ΟΗΕ κατά της Γενοκτονίας (1948), περί Προσφύγων (Γενεύη 1951), κατά των φυλετικών διακρίσεων (1965), στο 1966 υπογράφτηκε το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα. Αυτόματα λοιπόν κάποιος που ασχολείται με αυτά τα θέματα για πρώτη φορά βλέπει μπροστά του δύο άγνωστους όρους: εκτός από τα ανθρώπινα υπάρχουν και τα ατομικά και τα πολιτικά δικαιώματα.
Ατομικά δικαιώματα ή θεμελιώδεις ελευθερίες είναι δικαιώματα του ατόμου που το κράτος δεν μπορεί να προσβάλει (υπάρχει ένας απαραβίαστος πυρήνα τους) και έχουν να κάνουν με τον ιδιωτικό βίο (ελευθερία ιδιοκτησίας, σκέψης κτλ) και τον δημόσιο βίο του ατόμου – ανθρώπου (ελευθερία έκφρασης, θρησκευτικής συνείδησης κτλ) στα πλαίσια ενός κράτους.
Τα ατομικά δικαιώματα ως παρακλάδι των ευρύτερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων αναγνωρίζονται σε όλους τους κατοίκους ενός κράτους είτε είναι νόμιμοι υπήκοοι, είτε παράνομοι λαθρομετανάστες. Ενώ επίσης απαγορεύεται η κατάργησή τους και επιτρέπεται αν χρειαστεί, μόνο μία ελεγχόμενη αναπροσαρμογή τους. Με το Ελληνικό Σύνταγμα του 2001 αναγνωρίζονται πληθώρα ατομικών δικαιωμάτων για όλους τους κατοίκους της Ελλάδας, νόμιμους και παράνομους, όπως το άρθρο 8 του Συντάγματος για τον νόμιμο δικαστή, το άρθρο 6 για απαγόρευση αυθαίρετης σύλληψης, το άρθρο 13 για ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης και το άρθρο 17 για ελευθερία ιδιοκτησίας.
Γι’ αυτό και όταν συλλαμβάνεται ένας παράνομος μετανάστης δεν του κατάσχονται τα χρήματα που βρίσκονται πάνω του (ελευθερία ιδιοκτησίας), γι’ αυτό και είδαμε στα γεγονότα με το σκίσιμο σελίδας από το κοράνι την άνοιξη του 2009, να συμμετέχει νόμιμα σε διαδήλωση διαμαρτυρίας πλήθος από παράνομους λαθρομετανάστες (ελευθερία θρησκευτικής συνείδησης) και γι’ αυτό όταν συλλαμβάνεται ένας παράνομος μετανάστης οδηγείται στις νόμιμες αρχές και δεν γίνονται «λαϊκά δικαστήρια» (αρχή του νόμιμου δικαστή).
Αυτά λοιπόν τα ατομικά δικαιώματα που αναγνωρίζει το Ελληνικό Σύνταγμα (ως παρακλάδι των ευρύτερων ανθρωπίνων δικαιωμάτων) ερμηνεύονται με βάση τις δύο γενικές ρήτρες του Συντάγματος: το αρ. 2 παρ. 1 για την αξία του ανθρώπου και το αρ. 5 παρ. 1 για την ανθρώπινη αξιοπρέπεια. Ενώ τέλος η σύνδεση όλων των ατομικών δικαιωμάτων του ελληνικού Συντάγματος με τα ανθρώπινα δικαιώματα πραγματοποιείται με το αρ. 5 παρ. 2 το οποίο απλά επαναλαμβάνει το αυτονόητο: ότι τα ατομικά – ανθρώπινα δικαιώματα ισχύουν για όλους τους κατοίκους της Ελλάδας, νόμιμους και παράνομους.
Όμως, όπως φαίνεται και από το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα του ΟΗΕ, υπάρχει και μια άλλη κατηγορία δικαιωμάτων που διακρίνεται σαφέστατα από τα ατομικά και τα ανθρώπινα δικαιώματα: Τα Πολιτικά δικαιώματα.
Πολιτικά δικαιώματα είναι αυτά του εκλέγειν και εκλέγεσθαι (Σύντ. αρ. 51 και 55), του διορισμού στο Δημόσιο (Σύντ. αρ. 4 παρ. 4), της ανάληψης καθηκόντων δημόσιου Λειτουργού (Συντ. αρ. 31 για τον Πρ. Δημοκρατίας, 55 παρ. 1 για του βουλευτές), της σύστασης ενώσεων με πολιτικό σκοπό, κομμάτων (Σύντ. αρ. 12 παρ. 1). Έχουν δε να κάνουν με την συμμετοχή στην πολιτική ζωή της χώρας, είτε είναι η Κυβέρνηση, είτε η Δημόσια Διοίκηση, και αφορούν την εθνική – κρατική ύπαρξη, ανεξαρτησία και κυριαρχία και σε καμία περίπτωση δεν συνδέονται με τα ανωτέρω ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα, που πρέπει να απολαμβάνουν όλοι οι άνθρωποι στον κόσμο.
Γι’ αυτό και η αναφορά από ιθύνοντα του ΠΑΣΟΚ ότι το άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγματος περί ατομικών και ανθρωπίνων δικαιωμάτων, του δίνει νομικό έρεισμα για την απονομή πολιτικών δικαιωμάτων (μέσω της απονομής της ελληνικής ιθαγένειας) σε μετανάστες είναι νομικά λάθος και κατάφωρα αντισυνταγματική, οφειλόμενη προφανώς σε προχειρότητα. Όσο για την παθητική στάση των συνταγματολόγων Βενιζέλου και Λοβέρδου προς το παρόν τουλάχιστον δεν μπορεί να εξηγηθεί.
Το άρθρο 5 παρ. 2 του Συντάγματος ως γενικό, δεν κατισχύει και έχει υποδεέστερη ισχύ από τα άρθρα 4 παρ. 4, το 12 παρ. 1, το 55 παρ. 1 κτλ τα οποία είναι ειδικά και δίνουν πολιτικά δικαιώματα μόνο σε Έλληνες πολίτες.
Πρέπει επίσης να γίνει κατανοητό, ότι αν δοθεί η ελληνική ιθαγένεια σε μετανάστες, κατά το Συντ αρ. 4 παρ. 1,2 και 3, οι μετανάστες αυτόματα θα αποκτήσουν εκτός από το δικαίωμα του εκλέγειν και το δικαίωμα εκλέγεσθαι και σχηματισμού κομμάτων κατά το Συντ. αρ. 12 παρ. 1, και οι όποιες βλακώδεις εξαιρέσεις θα τεθούν (πχ. περί απονομής μόνο του δικ. εκλέγειν), θα πέσουν στο κενό.
Για την ιστορία, η Ελλάδα, όπως και πολλά άλλα κράτη, δεν υπέγραψε το Διεθνές Σύμφωνο για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα 1966 του ΟΗΕ, γιατί εκτός από τα δικαιώματα στη ζωή, την κατάργηση της δουλείας κτλ, αναγνώριζε για πρώτη φορά πολιτικά δικαιώματα για τα πρόσωπα που ανήκουν σε μειονότητες (αρ. 27), ενώ αναγνώριζε ως μειονότητες και τους μετανάστες εργάτες. Αντίθετα, η Ελλάδα το 1978 προσχώρησε στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (του1950).
Η Σύμβαση αυτή έχει τα χαρακτηριστικά και την δεσμευτική ισχύ Διεθνούς Συνθήκης και κατά το Συντ. αρ. 28 παρ. 1, από την επικύρωσή της με νόμο και τη θέση της σε ισχύ αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του εσωτερικού ελληνικού δικαίου και υπερισχύει από κάθε άλλη αντίθετη διάταξη νόμου, ενώ τα αναγνωριζόμενα σε αυτήν ανθρώπινα δικαιώματα δεν τελούν υπό τον όρο της αμοιβαιότητας.
Ωστόσο, πρέπει να διευκρινιστούν τα εξής:
1) Η Σύμβαση αυτή είναι περιττή από την στιγμή που όλοι οι κάτοικοι της Ελλάδας, νόμιμοι και παράνομοι, απολαμβάνουν, όπως προείπαμε, πλήθος από ατομικά δικαιώματα (τα οποία είναι παραπλήσια των ανθρωπίνων της ΕΣΔΑ).
2) Η Σύμβαση αυτή ως διεθνής Συνθήκη, νομικά, δεν υπερισχύει του Συντάγματος και γι’ αυτό οι αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δεν αποτελούν δεδικασμένο για τα ελληνικά δικαστήρια.
3) Η Σύμβαση αυτή αφορά μόνο ανθρώπινα δικαιώματα (πχ. αρ. 4 περί απαγόρευσης της δουλείας, αρ. 2. δικαίωμα στην ζωή, αρ. 10 περί ελευθερίας έκφρασης) και πουθενά δεν κάνει λόγο για πολιτικά δικαιώματα, πχ. δικαίωμα εκλέγειν και εκλέγεσθαι, για δικαίωμα συμμετοχής στην δημόσια διοίκηση ή για δικαίωμα πολιτικών συγκεντρώσεων σε αλλοδαπούς.
4) Ακόμα και το δικαίωμα του συνέρχεσθαι (σε συγκεντρώσεις με όχι πολιτικούς σκοπούς) και συνεταιρίζεσθαι αλλοδαπών σε ένα κράτος κατά το άρθρο 11 παρ. 1, η ίδια η Σύμβαση το θέτει σε περιορισμούς κατά τις επιταγές της εθνικής και δημόσιας ασφάλειας κατά την παρ. 2.
Μάλιστα, ο περιορισμός υπέρ της δημόσιας ασφάλειας ισχύει και για όσους υποστηρίζουν την δημιουργία Ισλαμικού Τεμένους στην Αθήνα, το οποίο κατά τα όσα έχουν συμβεί μέχρι τώρα σε άλλες χώρες, θα γίνει άντρο παρακρατικής εξουσίας: τυφλή υποταγή των μουσουλμάνων στους μουφτήδες οι οποίοι έχουν και πολιτική επιρροή. Η δε υπακοή των Μουσουλμάνων στους ελληνικούς νόμους θα γίνεται μόνο επειδή θα τους το λένε οι Μουφτήδες, ενώ αν τους πουν κάτι άλλο, είναι σίγουρο ότι θα… παρακούσουν.
Με λίγα λόγια η δημιουργία Ισλαμικού Τεμένους στην Αθήνα θα δώσει στους Μουσουλμάνους Μουφτήδες που θα έρθουν, εκτός από «ανθρώπινα» και κεκαλυμμένα πολιτικά δικαιώματα (μέσα από την άμεση και καταλυτική πολιτική επιρροή που θα έχουν στους μουσουλμανικούς πληθυσμούς). Και γι’ αυτό ούτε η ΕΣΔΑ, ούτε καμία άλλη σύμβαση για ανθρώπινα δικαιώματα δεν δίνει νομικό έρεισμα για δημιουργία Ισλαμικού Τεμένους στην Αθήνα ή οπουδήποτε αλλού στην Ελλάδα. Πλην βέβαια της Θράκης όπου εκεί είναι θέμα της Συνθήκης της Λωζάνης και όχι ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
5) Η ΕΣΔΑ ως μια απλή σύμβαση δεν μπορεί να καταργήσει την αρχή της Δημοκρατίας, όπως αυτή εκφράζεται με την αρχή της πλειοψηφίας, επιβάλλοντας πχ διαχωρισμό Εκκλησίας Κράτους, ή αφαίρεση θρησκευτικών συμβόλων τα οποία θέλει η πλειοψηφία να είναι αναρτημένα στα δημόσια κτίρια, στο όνομα προστασίας των μειονοτήτων. Οι μειονότητες δεν μπορούν να προσβάλουν τα δικαιώματα της πλειοψηφίας γιατί έτσι καταργείται η δημοκρατία. Με αφορμή το παράδειγμα των θρησκευτικών συμβόλων στην εκπαίδευση, φαίνεται καθαρά ότι δεν μπορούν ανθρώπινα δικαιώματα να επεμβαίνουν στα πολιτικά δικαιώματα (όπως είναι η θέληση της πλειοψηφίας), γιατί από πουθενά δεν προκύπτει η νομική έννοια της προσβολής (παράνομη και υπαίτια βλάβη) του ανθρωπίνου δικαιώματος της ελευθερίας της θρησκευτικής συνείδησης.
Τελειώνοντας το θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και της διαπλοκής τους με τα πολιτικά, καταλαβαίνουμε ότι σε καμία περίπτωση τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να επέμβουν και να αλλοιώσουν πολιτικές ελευθερίες που αποδίδονται μόνο σε Έλληνες πολίτες.
Το ζήτημα λοιπόν του ποιος θα γίνει Έλληνας πολίτης ώστε να μετέχει των πολιτικών δικαιωμάτων εξαρτάται αποκλειστικά από την ελεύθερη επιλογή του λαού και των κυβερνώντων του (Συντ. αρ. 4 παρ. 3) και εξειδικεύεται με τους νόμους που αυτοί ελεύθερα επιλέγουν να ψηφίζουν.
Οι δε κυβερνώντες σήμερα, αν επιλέξουν να αλλάξουν τον νόμο περί απονομής της ελληνικής ιθαγένειας και να δώσουν την ελληνική ιθαγένεια σε στίφη μεταναστών και λαθρομεταναστών (εκμεταλλευόμενοι και το Συντ. αρ. 44 παρ. 2 για μη υποχρεωτικά δημοψηφίσματα, ώστε να μην εφαρμοστεί η πραγματική βούληση του ελληνικού λαού), και ως εκ τούτου να αλλοιώσουν την εθνική ομοιογένεια της ελληνικής κοινωνίας, θα το κάνουν απλά γιατί έτσι ελεύθερα αποφάσισαν και δεν πρέπει να κρύβονται πίσω από ανύπαρκτες επιταγές από ανθρώπινα δικαιώματα….
Θα το κάνουν απλά γιατί κατά το Σύντ. αρ. 4 παρ. 3 Έλληνες πολίτες είναι όσοι έχουν τα προσόντα που ορίζει ο νόμος. Δηλαδή ένα νομικό κείμενο, με βάση τις ορέξεις του εκάστοτε κυβερνώντα, θα καθορίζει ποιος θα αποδεχτεί και θα ενστερνιστεί την παράδοση, την ιστορία, τους πόνους και τις ελπίδες της φυλής που λέγεται Έλληνες κατά την αιώνια πορεία της. Και γι’ αυτό στο Συντ. αρ. 1 παρ. 3 αναφέρεται ότι όλες οι εξουσίες πηγάζουν από τον Λαό και όχι από το Έθνος. Δηλαδή η κοινή καταγωγή (Έθνος) εξοβελίζεται από το ίδιο μας το Σύνταγμα ως πηγή των εξουσιών του ελληνικού κράτους και αντικαθίσταται από την νομική έννοια Λαός = υπήκοος.
Όσο για τα άρθρα Συντ. αρ. 31: ο Πρ. Δημοκρατίας να έχει ελληνική καταγωγή, και το 51 παρ. 2: οι βουλευτές αντιπροσωπεύουν το έθνος, αποτελούν μερικά από τα αντιφατικά σημεία του Συντάγματος, τα οποία θα αναθεωρηθούν από τους πολιτογραφημένους αλλοδαπούς όταν θα έρθει η ώρα.
Στην σύγχρονη δε κοινοβουλευτική μας δημοκρατία, δεν είναι η πρώτη φορά που μία Κυβέρνηση, σε κρίσιμο εθνικό ζήτημα, εφαρμόζει μετεκλογικά κάτι τελείως αντίθετο από την θέληση των ψηφοφόρων που την ψήφισαν, χωρίς να τους έχει προεκλογικά προειδοποιήσει για κάτι τέτοιο (κουκούλωμα των σκανδάλων, αφαίρεση θρησκεύματος από τις ταυτότητες, πανωτόκια, σχέδιο Ανάν, πολιτογράφηση λαθρομεταναστών κτλ). Είναι δε απερίγραπτο το θράσος μερικών να παίζουν με την νοημοσύνη μας, κρύβοντας την ελεύθερη (και ακατανόητη ομολογουμένως) επιμονή τους για αλλοίωση της εθνικής ομοιογένειας της ελληνικής κοινωνίας, πίσω από νομικές αοριστίες περί ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου