Ελάχιστοι ωστόσο γνωρίζουν ότι απεβίωσε πρόσφατα σε ηλικία 93 ετών ως απλός καλόγερος στο Μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου στην Αριζόνα.
Ο αείμνηστος είχε γεννηθεί στη Βοστώνη στις 19 Οκτωβρίου του 1918 από γονείς μετανάστες, τον Παναγιώτη και την Ειρήνη, καταγόμενοι από τη Λέσβο, οι οποίοι πήραν τα τρία τους παιδιά, την Φραγκούλα, τον Ιωάννη και τον Κωνσταντίνο και επέστρεψαν στο χωριό τους, τον Τρίγωνα - Πλωμαρίου.
Ο Κωνσταντίνος τελείωσε εκεί το Δημοτικό Σχολείο και στη συνέχεια επέστρεψαν στη Βοστώνη όλοι οικογενειακώς. Αφού έμαθε την αγγλική γλώσσα, αποφοίτησε με άριστα από το Γυμνάσιο και στη συνέχεια έπειτα από εισαγωγικές εξετάσεις εισήχθη στο πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ.
Τα πρώτα χρόνια των σπουδών του σπούδασε Βιολογία, Βοτανολογία, Φυσική Ανθρωπολογία, Βιοχημεία διότι αρχικά στόχευε να σπουδάσει Ιατρική, αλλά στα μισά των σπουδών του αποφάσισε να αλλάξει κατεύθυνση και να σπουδάσει φιλοσοφία.
Γνώριζε απταίστως την Ελληνική, Αγγλική, Γαλλική, Αρχαία Ελληνική και την Λατινική Γλώσσα. Εξέδωσε πάνω από εκατό βιβλία, αλλά και πολλά άλλα παρέμειναν αδημοσίευτα.
Με την εργασία του, «Ο Βίος του Ατόμου κατά τον Πλάτωνα εν σχέσει προς τον Χριστιανισμό και την νεωτέρα Φιλοσοφία», κέρδισε το 1941 στο Χάρβαρντ το βραβείο Francis Bowen Prize.
Επειτα από την απόλυσή του από τον αμερικανικό στρατό το 1945 κέρδισε και πάλι το βραβείο Francis Bowen Prize για τη μελέτη του «Το Πρόβλημα του Προορισμού του Ανθρώπου εντός της Φιλοσοφίας του Πλάτωνος».
Το Χάρβαρντ τον κατάταξε ανάμεσα στους διαπρεπείς φοιτητές του, τον εξέλεξε ως Sheldon Fellow και του έδωσε τη δυνατότητα καλύπτοντας όλα τα έξοδα του να ταξιδέψει σε χώρες του εξωτερικού να μελετήσει τα διάφορα φιλοσοφικά τους συστήματα και να γνωριστεί με προσωπικότητες επιστημόνων.
Ταξίδεψε στην Ελλάδα, Γαλλία, Αγγλία και αλλού. Στην Ελλάδα γνώρισε και συζήτησε τις σύγχρονες φιλοσοφικές θεωρίες με τον τότε πρόεδρο της Ακαδημίας Αθηνών Ιωάννη Καλιτσουνάκη, με τους καθηγητές της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας Θεόδωρο Βορέα και Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο και με τους καθηγητές φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης Κωνσταντίνο Θεοδωρίδη και Ιωάννη Ιμβριώτη.
Οταν επέστρεψε στη Βοστώνη ανακηρύχθηκε διδάκτορας του Χάρβαρντ με την διατριβή, «Η Κλασσική Θεωρία της Σχέσεως», η οποία ήταν μία ιστορική και κριτική μελέτη για την μεταφυσική του Πλάτωνος, του Αριστοτέλη και του Θωμά του Ακινάτη.
Ο καθηγητής Καβαρνός συνδέθηκε με στενή γνωριμία και φιλία με τον πρωτοπρεσβύτερο Αστέριο Γεροστέργιο, προϊστάμενο της κοινότητας των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης του Κέμπριτζ της Μασαχουσέτης, ο οποίος ήταν συμφοιτητής στις μεταπτυχιακές σπουδές στη Γερμανία του σημερινού Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου.
Ο π. Αστέριος είπε στον «Ε.Κ.» πως «ο Θεός ενεφύσησε στην καρδιά του αειμνήστου Κωνσταντίνου Καβαρνού πνεύμα αγάπης, αληθείας, ειρήνης, υπομονής, διακρίσεως, ανδρείας, ταπεινώσεως, επιμονής, τιμιότητας, εργατικότητας, λιτότητας, εγκρατείας, σωφροσύνης, σοβαρότητας, ασκητικότητας, ανεκτικότητας, ανεξικακίας, καταλλαγής, προσευχής, αγιότητας».
Ο π. Αστέριος είπε ακόμα πως, «αγαπούσε κάθε τι το κλασσικό και Ελληνικό» και συμπλήρωσε πως «εύρισκε ψυχική γαλήνη και μεγάλη χαρά διαβάζοντας κλασσικούς συγγραφείς της αρχαιότητας, αλλά και των μεταγενέστερων χρόνων, όπως τον Μέγα Βασίλειο, τον Γρηγόριο Νύσσης, τον Μέγα Φώτιο, τον Ιωάννη Δαμασκηνό και άλλους. Πριν από δεκαετίες μελέτησε και μετέφρασε στην Αγγλική γλώσσα και εξέδωσε σε δύο τόμους ανθολογία της Φιλοκαλίας των Ιερών Νηπτικών Πατέρων».
Ο π. Αστέριος, ο οποίος έχει συγγράψει τον βίο του καθηγητή και μοναχού Κωνσταντίνου Καβαρνού, είπε επίσης ότι ο αείμνηστος «είχε προσωπική φιλία και μεγάλη εκτίμηση για τον μεγάλο λογοτέχνη και αγιογράφο Φώτη Κόντογλου, όπως μαρτυρούν οι 92 ανέκδοτες επιστολές τους προς αυτόν».
Ο καθηγητής Καβαρνός ήταν επί ολόκληρες δεκαετίες αναγνώστης του «Εθνικού Κήρυκα», ενώ πολλές φορές ο «Ε.Κ.» είχε δημοσιεύσει άρθρα και συνεργασίες του, διότι όπως έλεγε πίστευε πολύ «στη δύναμη του γραπτού λόγου».
Ο π. Αστέριος ανέφερε ακόμα πως «πολλά από τα έργα του μεταφράστηκαν σε διάφορες γλώσσες όπως Αλβανικά, Αραβικά, Φινλανδικά, Γαλλικά, Ιαπωνικά, Ρωσικά, Σερβικά» και τόνισε πως «δεν ζήτησε ποτέ κάποια αμοιβή για τις μεταφράσεις, αλλά η χαρά του ήταν να βλέπει τα έργα του να κυκλοφορούν σε παγκόσμια κλίμακα».
Είπε επίσης ότι «τον πλήγωνε βαθιά η καταστροφή της ελληνικής γλώσσας, κι έλεγε ότι μελλοντικά οι Ελληνες θα ανανήψουν, θα εκτιμήσουν και αγαπήσουν το λαμπρό παρελθόν τους και θα εργασθούν για την πνευματική τους ανόρθωση».
Ο αείμνηστος Μοναχός Κωνσταντίνος Καβαρνός διέθετε πολύ καλή μνήμη γι’ αυτό θυμόταν λεπτομέρειες ακόμα και από τα μαθήματα που είχε ακούσει πριν πολλές δεκαετίες από τους καθηγητές του.
Ο π. Αστέριος τον χαρακτήρισε ως «τον νέο άγιο των Ελληνικών, αλλά και των Αγγλικών Γραμμάτων».
Πρόσθεσε πως «ήταν γνώστης της Βυζαντινής μουσικής και έγραψε τρεις εργασίες γι’ αυτήν, ενώ επί δεκαετίες έψαλε στον ιερό μας ναό μελωδικότατα και κατανυκτικότατα κατά το Αγιορείτικο ύφος».
Ο π. Αστέριος υπογράμμισε επίσης ότι «ο καθηγητής Κωνσταντίνος Καβαρνός ζούσε τη μοναχική ζωή μέσα στον κόσμο και πριν ακόμα γίνει μοναχός στο Μοναστήρι του Αγίου Αντωνίου στην Αριζόνα γι’ αυτό και πολλοί τον αποκαλούσαν κοσμοκαλόγερο» και πρόσθεσε πως όταν επρόκειτο να γράψει κάτι σπουδαίο ή να δώσει κάποια διάλεξη τηρούσε αυστηρή νηστεία για να έχει διαυγή νου».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου