φωτό |
Σήμερα θά κάνουμε ἕνα διαφορετικό ἀφιέρωμα.Ἕνα ἀφιέρωμα στόν λογοτεχνικό λόγο ἐκφρασμένο μέσα ἀπό μία τραγωδία πού ζητᾷ τό αἴτιό της καί ἴσως δικαιολογημένως. Ἔτσι ὁ Ἓλληνο-Ἀρμένιος συγγραφεύς Ἰωσήφ-Γρηγόρης Κασσεσιάν,ἔστειλε μία ἀνοικτή ἐπιστολή πρός τόν ἐν Ἑλλάδι πρέσβη τοῦ Ἰσραήλ Γιοσί Ἀμρανί,ὅπου τοῦ ἐπισημαίνει τήν βαρύτητα πού εἶχε γιά τό ἀποτέλεσμα τῆς πολεμικῆς συρράξεως Ἀρμενίας -Ἀζερμπαϊτζάν,ὁ ἐπί δεκαετίες ὁπλικός ἐφοδιασμός τοῦ Ἀζερμπαϊτζάν ἀπό τό κράτος τοῦ Ἰσραήλ. Μέ ἁπλά λόγια,ὁ κ. Κασσεσιάν προσδιορίζει κάποιες αἰτίες πού ἀναποφεύκτως ὁδήγησαν στήν οἰκτρή ἦττα,γιά τήν Χώρα τους.
Ἄς διαβάσουμε πρῶτα τήν ἐπιστολή τοῦ κ. Κασσεσιάν καί στήν συνέχεια τήν ἀπάντησι τοῦ ἰσραηλινοῦ Πρέσβη. Δέν θά σχολιάσω οὔτε τήν μία οὔτε τήν ἄλλη,ἀλλά οὔτε βεβαίως καί τό μέσο,« ἐφημερίδα συντακτῶν»,πού ἐπέλεξε γιά νά στείλῃ τήν ἀνοικτή του ἐπιστολή,ὁ ἑλληνο-ἀρμένιος συγγραφεύς.
Ἰωσήφ-Γρηγόρης Κασσεσιάν (φωτό) |
Είμαι βέβαιος ότι υπό την ιδιότητά σας ως διπλωμάτη είστε πλήρως ενήμερος περί του λήξαντα μεταξύ του Αζερμπαϊτζάν και του υποστηριζόμενου από την Αρμενία Καραμπάχ πολέμου. Είμαι ακόμα βέβαιος ότι ως Ισραηλινός διπλωμάτης γνωρίζετε πολύ καλά ότι το κράτος σας ενισχύει εδώ και χρόνια την πολεμική μηχανή του Αζερμπαϊτζάν με την πώληση σε αυτό βαρέως οπλισμού ισραηλινής κατασκευής.
Είναι εν πολλοίς δεκτό ότι η πώληση όπλων εν καιρώ ειρήνης συνιστά τουλάχιστον εν μέρει πολιτική πράξη. Το «εν μέρει», όμως, μετατρέπεται σε «κατ’ εξοχήν» όταν ο παραλήπτης βρίσκεται σε πόλεμο με άλλο λαό, κατά του οποίου είναι φυσικό και αναμενόμενο να χρησιμοποιήσει τον παραλαμβανόμενο οπλισμό.
Ο αρμενικός λαός του Ναγκόρνο Καραμπάχ βρίσκεται σε άτυπο πόλεμο με το Αζερμπαϊτζάν εδώ και τριάντα χρόνια. Στην τριαντάχρονη αυτή περίοδο εντάσσονται και τα χρόνια εφοδιασμού του Αζερμπαϊτζάν με ισραηλινό οπλισμό. Επομένως, αποκομίζοντας μερικά δισεκατομμύρια δολάρια από τις σχετικές συναλλαγές, το Ισραήλ υπέσκαπτε σαφώς τον αγώνα του αρμενικού λαού του Καραμπάχ. Η ύβρις, όμως, κατέστη μείζων και η βλάβη πιο απτή, αμεσότερη και καταφανής στην πρόσφατη συγκυρία, κατά την οποία η χρόνια αντιπαράθεση προσέλαβε όλα τα χαρακτηριστικά ενός ολοκληρωτικού, εξοντωτικού πολέμου. Στη συγκυρία ήταν απολύτως βέβαιο ότι τα ισραηλινής προέλευσης όπλα του Αζερμπαϊτζάν θα φονεύσουν ή θα τραυματίσουν ένα μικρότερο ή μεγαλύτερο αριθμό Αρμενίων στρατιωτικών και αμάχων.
Κύριε πρέσβη,
Ίσως στον αγώνα των Αρμενίων του Καραμπάχ διακρίνετε κάποιες ομοιότητες με την επιδίωξη του δικού σας λαού να επιστρέψει στην Παλαιστίνη, από την οποία είχε αποδημήσει πριν από χιλιάδες χρόνια. Με την ειδοποιό, στην περίπτωση του αρμενικού λαού του Καραμπάχ, διαφορά ότι αυτός ήδη ζει επί πολλούς αιώνες και ακόμα και αυτή τη στιγμή στα πατρογονικά του εδάφη, και ότι θέλει να παραμείνει ελεύθερος σε αυτά.
Είναι θλιβερό ότι ο λαός του Ισραήλ απέχει από κάθε ένδειξη συμπάθειας προς έναν λαό –τον αρμενικό– ο οποίος διεκδικεί για τον εαυτό του το όραμα που, όπως δηλώνουν οι Εβραίοι, οδήγησε τους παππούδες και τους πατέρες της σημερινής γενιάς στη γη της Παλαιστίνης.
Πιθανολογώ ότι δεν υπάρχει στο Διεθνές Δίκαιο πρόβλεψη περί απαγόρευσης πώλησης όπλων σε ένα εμπόλεμο κράτος. Έχω, όμως, την ακλόνητη πεποίθηση ότι πέραν και υπεράνω του συμβατικού Δικαίου υπάρχει το διαχρονικό ανθρώπινο ήθος, ο ουμανισμός, στον οποίο πρέπει να υποτάσσουμε κάθε άλλη προτεραιότητα – εάν, βέβαια, θέλουμε να λογιζόμαστε ως άνθρωποι.
Αυτό το ήθος, κύριε πρέσβη, ποδοπάτησε η πρακτική της κυβέρνησης σας κατά τον πρόσφατο πόλεμο στον Καύκασο. Απόπειρες αιτιολόγησης αυτής της πρακτικής, όπως δήλωση συμπατριώτη σας αξιωματούχου ότι «αν δεν υπήρχαν αυτά τα [ισραηλινά] όπλα, οι δύο αντίπαλοι θα σκοτώνονταν με μαχαίρια ή οτιδήποτε άλλο», αποπνέουν έναν δύσοσμο κυνισμό. Και η απάντηση του Ανώτατου Δικαστηρίου του Ισραήλ στο αίτημα του Ισραηλινού πολίτη Ελί Τζοζέφ να παύσει η αποστολή ισραηλινών όπλων στο εμπόλεμο Αζερμπαϊτζάν δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια αποκρουστική ύβρις:
«...Μπορεί τα όπλα αυτά να αγοράζονται για να αποθηκευτούν ή να χρησιμοποιηθούν για αμυντικούς σκοπούς. Δεν υπάρχουν τεκμήρια που να αποδεικνύουν ότι έχουν χρησιμοποιηθεί για επιθετικούς σκοπούς στον παρόντα πόλεμο...».
Δηλαδή, εξοχότατε, οι Αρχές του κράτους σας, πέραν του ότι φονεύουν τους συμπατριώτες μου με ισραηλινά όπλα, έστω και διά χειρός Αζερμπαϊτζάν, μας εμπαίζουν, πτύουν επί των πτωμάτων των νεκρών μας.
Βέβαια, κάθε κράτος, κάθε λαός είναι ελεύθερος να επικαλείται το raison d’ état, το πανίσχυρο κρατικό συμφέρον. Μακριά από εμένα η σκέψη του να συνδέσω την παρούσα πρακτική του Ισραήλ με στερεότυπα όπως τα Τριάκοντα Αργύρια ή ο Έμπορος της Βενετίας, που επί μακρόν συνδέθηκαν στη συλλογική συνείδηση της ανθρωπότητας με την εικόνα ενός κινουμένου από χρηματικό συμφέρον Εβραίου. Ίσως πολλοί άλλοι θα το πράξουν... Ακόμα πιο μακριά είναι η σκέψη ότι κάποτε οι φονείς του δικού σας λαού είχαν και εκείνοι επικαλεστεί το δικό τους raison d’ état, για να δικαιολογήσουν το έγκλημά τους σε βάρος των Εβραίων, και ότι τώρα εσείς εξομοιώνεστε με εκείνους...
Δεν τολμώ, εξοχότατε, αντιδρώντας στην παρούσα πρακτική του κράτους σας, να επιδοκιμάσω αναδρομικά την πρακτική των υπεύθυνων γι’ αυτά τα δεινά. Δεν μου το επιτρέπει η ανθρώπινη συνείδησή μου. Δεν μου το επιτρέπουν οι αναμνήσεις από τα Εβραιόπουλα που ήταν συμμαθητές μου στο Λεόντειο Λύκειο τη δεκαετία του 1960, από τους αδελφούς Μάτσα, τον Ναχμία, τον Μορδεχάι... Δεν μου το επιτρέπει η ανάμνηση του παιδικού φίλου μου Αλμπέρτου Μισραχή –ένας τοίχος χώριζε τις αυλές μας στο Νέο Κόσμο– που έφυγε για την Αμερική στα 1956-57 κι έγινε εκεί υψηλόβαθμος ραβίνος. Δεν μου το επιτρέπει η εικόνα –ακόμα χαραγμένη στο μυαλό μου, μετά από 65 χρόνια– του πήχη του χεριού του πατέρα του Αλμπέρτου, με τον αριθμό του Νταχάου εντυπωμένο ανεξίτηλα με δερματοστιξία. Τα χεράκια των μικρών Αρμενόπουλων που πεθαίνουν από τα εβραϊκά βλήματα δεν φέρουν αριθμό...
Κύριε πρέσβη,
Το 1961 ή 1962 (δεν θυμάμαι ακριβώς), παιδί 13-14 ετών τότε, είχα επισκεφτεί μια έκθεση σε μια πολιτιστική αίθουσα της Αθήνας. Είχα πάει μόνος. Ο Παρνασσός (αυτή ήταν η αίθουσα) ήταν τρία τετράγωνα πιο πέρα από το Λεόντειο της οδού Σίνα. Αντικείμενο της έκθεσης ήταν ενθυμήματα από έγκλειστα σε γερμανικά στρατόπεδα συγκέντρωσης Εβραιόπουλα. Δεν θυμάμαι –πέρασαν πια εξήντα χρόνια– παρά ένα μόνο από τα εκθέματα. Ήταν ένα σύντομο ποιηματάκι, γραμμένο στα γαλλικά από έναν μικρό τρόφιμο κάποιου ναζιστικού στρατοπέδου. Ο μικρούλης παρομοίαζε τον εαυτό του με λουλούδι:
Petit garçon joli comme une fleur (Μικρό αγόρι όμορφο σαν λουλούδι)
Και μετά από λιγοστούς στίχους –που κι αυτούς δεν τους θυμάμαι– κατέληγε με την σπαραχτική πρόγνωση:
Quand la jolie fleur fleurira,
Le petit garçon plus ne sera...
(Όταν ανθίσει τ’ όμορφο λουλούδι
Το μικρό αγόρι δεν θα υπάρχει πια...)
Ένα δάκρυ ανάβλυσε αυθόρμητα από τα παιδικά μάτια μου κι έσταξε στο πάτωμα του Παρνασσού...
Ξέρετε, κύριε πρέσβη, πόσο πολύτιμη είναι μια σταγόνα από αυτό το υπέρτονο υγρό που κάποτε αναβλύζει από τα μάτια μας; Το δάκρυ –όπως και το χαμόγελο– είναι εμβληματικό χαρακτηριστικό του είδους μας. Μόνο οι άνθρωποι, απ’ όλο το Ζωικό Βασίλειο, μπορούν να δακρύζουν ή να χαμογελούν. Το δάκρυ αποκαλύπτει την συν-κίνησή μας, τη συναισθηματική κινητοποίησή μας από την κατάσταση του πλησίον μας, σηματοδοτεί την εγγύτητά μας προς αυτόν.
Εξοχότατε,
Είμαι πολύ μικρός και ασήμαντος για να επιβάλλω αλλαγή στη στάση μιας πανίσχυρης κυβέρνησης, ενός λαού επτά εκατομμυρίων. Θα γινόμουν γελοίος αν προέβαλλα ένα τέτοιο αίτημα. Σε εκδήλωση διαμαρτυρίας για την πολιτική σας, η πατρίδα μου απέσυρε τον πρεσβευτή της από το Ισραήλ. Η δική μου χειρονομία διαμαρτυρίας είναι πολύ πολύ πιο ταπεινή, είναι δυσανάλογα μικρή σε σύγκριση με την πικρία και την αγανάκτησή μου:
Κάποτε χάρισα στο λαό σας ένα μου δάκρυ. Το κακοποιήσατε αυτό το δάκρυ. Το ποδοπατήσατε. Το περιφρονήσατε. Το δάκρυ αυτό δεν σας ανήκει πια.
Μπορείτε, κύριε πρέσβη, εσείς, ο λαός και το κράτος σας να βρείτε έναν τρόπο να μου επιστρέψετε το δάκρυ μου;
Με τη δέουσα τιμή,
Αθήνα, Νοέμβριος 2020
(ἡ ἐπιστολή ἀπό ἐδῶ)
Καί ἡ ἀπάντησις τοῦ Πρέσβεως Γιοσί Ἀμρανί :
Γιοσί Ἀμρανί (ἀπό ἐδῶ) |
Σας ευχαριστώ για την ανοικτή επιστολή σας που δημοσιεύθηκε στην «Εφημερίδα των Συντακτών» στις 19 Νοεμβρίου για την οποία έλαβα γνώση μέσα από τις καλές υπηρεσίες αυτής της έγκριτης εφημερίδας. Θα είχα εκτιμήσει έναν διάλογο δια ζώσης, όπως είχα πρόσφατα με την ηγεσία της Ελληνο-Αρμενικής Κοινότητας, αλλά υποθέτω ότι μια ανταλλαγή απόψεων και μια συζήτηση δεν ήταν ο σκοπός της επιστολής σας.
Διάβασα την επιστολή σας με πολύ προσοχή και με μεγάλο σεβασμό για τον Aρμενικό λαό και για τα δεινά που έχει υποστεί. Μπορώ να διαβεβαιώσω την Ελληνο-Αρμενική Κοινότητα για την δική μου συμπάθεια, πιστεύω και του λαού του Ισραήλ. Επομένως, αποφάσισα να σας απαντήσω χρησιμοποιώντας το ίδιο μέσο.
Η επιλογή σας να αναφερθείτε σε κάποιες εικόνες και να κάνετε κάποιες συγκρίσεις, έστω και εάν προσπαθείτε να τις προκαταλάβετε με μια ασαφή αποστασιοποίηση, είναι το λιγότερο προβληματική. H επανάληψη αντισημιτικών λιβέλων είναι κατά την γνώμη μου απαράδεκτη και δημιουργεί αμφιβολίες για την ρητορική που χρησιμοποιείτε, όπως η μνεία πολλών Εβραίων φίλων, τα συνήθη αντισημιτικά στερεότυπα ή το επαναλαμβανόμενο μοτίβο των χυμένων δακρύων. Θα περίμενα από έναν άνθρωπο που μιλά για ηθική, αξίες και για αγάπη για την ανθρωπότητα να χρησιμοποιεί διαφορετική επιχειρηματολογία και να επιδεικνύει ευαισθησία, την ίδια ευαισθησία που ζητά όταν αφορά τον δικό του λαό.
Ένα μεγάλο μέρος της λεγόμενης ανοικτής επιστολής σας, που υποθέτω ότι βρίσκεται ακόμα στο ταχυδρομείο, αφορά την ηθική στις διεθνείς σχέσεις. Ως διπλωμάτης για περισσότερο από τέσσερις δεκαετίες, εκπροσωπώντας την χώρα και τον λαό μου σε διάφορα μέρη, πιστεύω ότι η ηθική πρέπει να αποτελεί αναπόσπαστο κομμάτι της διπλωματίας. Η πραγματική διπλωματία είναι μια τέχνη εξισορρόπησης συμφερόντων έχοντας ως πυξίδα τις αξίες. Η δική μου χώρα γεννήθηκε με μια αποστολή και οι πολιτικές της δεν αφορούν μόνο συμφέροντα και σκοπιμότητες.
Στην διένεξη στον Καύκασο και συγκεκριμένα ανάμεσα στο Αζερμπαϊτζάν και την Αρμενία, το Ισραήλ δεν παίρνει το μέρος κάποιας πλευράς. Έχουμε μια στενή συνεργασία με το Αζερμπαϊτζάν και δεν βλέπω τον λόγο για τον οποίο αυτό θα έπρεπε να έρχεται σε αντίθεση με μια στενή συνεργασία και με την Αρμενία. Κατά τη γνώμη μου η επιστροφή του Πρέσβη της Αρμενίας στο Ισραήλ είναι προς το συμφέρον της Αρμενίας. Η καταγγελία που κάνετε ότι «εβραϊκοί πύραυλοι» σκοτώνουν Αρμενίους είναι τουλάχιστον φτηνή δημαγωγία και χρησιμοποιώ ευφημισμό. Η χρήση τέτοιας γλώσσας είναι μια ξεκάθαρη ένδειξη ρητορικής διακρίσεων, για να μην πω ρατσιστική.
Η επιστολή σας επικεντρώνεται στις συμφωνίες εξοπλισμών του Ισραήλ με το Αζερμπαϊτζάν, οι οποίες αποτελούν ένα στοιχείο μιας εκτεταμένης οικονομικής και επιχειρηματικής συνεργασίας. Και πάλι αποφασίσατε να στοχοποιήσετε συγκεκριμένα το Ισραήλ ανάμεσα σε όλα τα άλλα κράτη. Αναρωτιέμαι γιατί. Αναρωτιέμαι γιατί κάνετε αναφορές στα σκοτεινά χρόνια του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου με σαφείς υπαινιγμούς που δεν θα επαναλάβω.
Το γεγονός ότι χύσατε δάκρυ στην παιδική σας ηλικία όταν επισκεφθήκατε μια έκθεση για το Ολοκαύτωμα θα έπρεπε να σας είχε διδάξει καλύτερα την Ιστορία. Είναι ντροπή που αναφερθήκατε στους φίλους των παιδικών σας χρόνων και ακόμη δεν γνωρίζετε τίποτα για την ιστορία του λαού μου. Η λογοτεχνική σας ελευθερία δεν αποτελεί δικαιολογία για την διαστρέβλωση της ιστορίας. Για την δική σας ενημέρωση, ο Εβραϊκός λαός ξεριζώθηκε από την πατρογονική του εστία, πάντα διατηρούσε μια παρουσία εκεί και πάντα προσευχόταν για την επιστροφή του. Δεν ήμασταν μετανάστες όταν επιστρέψαμε στην Γη του Ισραήλ, το ιστορικό όνομα της γης αυτής το οποίο εσείς εσκεμμένα δεν αναφέρετε.
Το άλλο επιχείρημα στην επιστολή σας ότι τα Ισραηλινά οπλικά συστήματα είναι υπεύθυνα για τα δεινά των Αρμενίων είναι καλά υπολογσμένο, αβάσιμο και χειριστικό. Νομίζω ότι γνωρίζετε πολύ καλά γιατί το χρησιμοποιήσατε και θα πρέπει να απαντήσετε στην δική σας συνείδηση και την δική σας προσποίηση ηθικής.
Όσο συγκινούμαι από τα δάκρυα, τα πραγματικά δάκρυα, όχι μεταφορικά ή κροκοδείλια, έχοντας ευαισθησία για τα δεινά των ανθρώπων όπου και αν βρίσκονται, δεν είμαι διατεθειμένος ως διπλωμάτης εκπροσωπώντας το Ισραήλ, την ιστορική κοιτίδα του Εβραϊκού λαού να στοχοποιηθώ και να κατηγορηθώ για κάτι που δεν είναι δική μας ευθύνη. Η Ιστορία έχει διδάξει στον λαό μου ότι πολλές φορές οι Εβραίοι κατηγορήθηκαν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Ποια η διαφορά με αυτό που εσείς κάνετε;»
( ἀπό ἐδῶ)
Σημ. Οἱ ἐπισημάνσεις στά κείμενα δικές μου.