Ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης έζησε τον 10ο αιώνα μ. Χ., κατά τους χρόνους της βασιλείας του Νικηφόρου Φωκά. Γεννήθηκε στην Τραπεζούντα από γονείς ευσεβείς, οι οποίοι κατάγονταν από την Αντιόχεια. Έμαθε τα πρώτα γράμματα στην πατρίδα του και κατόπιν βελτίωσε τις σπουδές του στην Κωνσταντινούπολη. Επειδή ποθούσε την οδό της ασκήσεως ανεχώρησε στα ενδότερα της Μ. Ασίας, στο βουνό Κυμινά, όπου υποτάχθηκε στον φημισμένο Γέροντα Μιχαήλ. Σε σύντομο χρονικό διάστημα ξεπέρασε στην αρετή όλους τους συνασκητές του και θαυμαζόταν από όλους. Για να μην επαινείται από τους ανθρώπους, πήρε ευλογία και ανεχώρησε για το άγιον Όρος, όπου και εκεί υποτάχθηκε σε Γέροντα, βίωσε την τέλεια υπακοή και έφθασε στην άκρα ταπείνωση. Μετά από θεϊκή αποκάλυψη, πήγε στα ενδότερα του Αγίου Όρους και έκτισε την ιερά Μονή Μεγίστης Λαύρας με την βοήθεια του αυτοκράτορα Νικηφόρου Φωκά. Συγκέντρωσε γύρω του πολλούς μαθητές τους οποίους μύησε στην Ορθόδοξη Παράδοση και ζωή και οι οποίοι συνέχισαν το έργο του, το οποίο ανθεί και καρποφορεί μέχρι σήμερα.
Το τέλος του ήταν μαρτυρικό, ως επισφράγισμα, θα έλεγε κανείς, του βίου και της πολιτείας του, επειδή με τον τρόπο με τον οποίο έζησε και επολιτεύθη υπήρξε αληθής μάρτυρας και ομολογητής Ιησού Χριστού. Μαζί με έξι μαθητές του ανέβηκε στον θόλο του ιερού Βήματος του Ναού για να τον κλείση και να τον τελειώση, αλλά ο θόλος κατέρρευσε και κατεπλάκωσε τον ίδιο και τους μαθητές του. Ο ιερός υμνογράφος δεν παραλείπει να αναφερθή στο γεγονός αυτό και να τιμήση μαζί με τον Όσιο και τους έξι μαθητές του: “Αθανασίω και μαθητών εξάδι, ναοί λύονται σωμάτων ναού λύσει”. Και ειδικά για τον όσιο Αθανάσιο γράφει: “Μέγας μεν Αντώνιος αρχή Πατέρων, θείος δ’ Αθανάσιος ένθεον τέλος. Κάν Αθανάσιος ύστερος χρόνοις, αλλ’ υπερέσχε και παλαιούς τοις πόνοις”. Δηλαδή, ο Μ. Αντώνιος υπήρξεν η αρχή των ασκητών Πατέρων και ο άγιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης το επισφράγισμα και το τέλος. Μπορεί να έζησε σε νεώτερους χρόνους, αλλά ξεπέρασε πολλούς από τους παλαιότερους οσίους, στην άσκηση και τους κόπους.
Ο βίος του οσίου Αθανασίου, που περιγράψαμε με συντομία, μας δίνει την αφορμή να τονίσουμε τα ακόλουθα.
Πρώτον. Μέσα στην Εκκλησία πρέπει να γίνονται όλα “ευσχημόνως και κατά τάξιν”, όπως τονίζει ο Απόστολος Παύλος, προκειμένου να υπάρξη πνευματική καρποφορία. Δηλαδή, μέσα στην Εκκλησία υπάρχει μία λογική τάξη και σειρά που πρέπει να ακολουθείται από τους πιστούς, προκειμένου να φθάσουν στον αναμενόμενο σκοπό που είναι η κοινωνία με τον Θεό. Αυτήν την τάξη ακολούθησε και ο όσιος Αθανάσιος ο Αθωνίτης, όπως όλοι οι Άγιοι. Υποτάχθηκε σε πνευματικό πατέρα, φορέα της Ορθοδόξου Παραδόσεως, έμαθε την υπακοή και την ταπείνωση, των οποίων μητέρα και θυγατέρα είναι η καθαρή προσευχή, και κατόπιν έγινε και ο ίδιος Διδάσκαλος της πνευματικής ζωής. Αληθινός θεολόγος και γνήσιος διδάσκαλος της κατά Χριστόν ζωής είναι εκείνος που έπαθε και έμαθε τα θεία, κάτω από την καθοδήγηση εμπνευσμένου Γέροντος. Όσοι παρακάμπτουν αυτή την τάξη και σειρά και βιάζονται να γίνουν διδάσκαλοι χωρίς πρώτα να υπάρξουν μαθητές, να γίνουν Γέροντες, χωρίς να χρηματίσουν υποτακτικοί, αυτοί είναι “οδηγοί τυφλοί” και είναι γνωστόν ότι “τυφλός τυφλόν εάν οδηγή, αμφότεροι εις βόθυνον πεσούνται”. Και δυστυχώς σήμερα γινόμαστε μάρτυρες πολλών θλιβερών καταστάσεων. Βλέπουμε ανθρώπους οι οποίοι αναρριχώνται σε θέσεις και αξιώματα μέσα στην Εκκλησία με ανορθόδοξο τρόπο, χωρίς να έχουν τις κατάλληλες προϋποθέσεις και με αλλότριους σκοπούς. Να θεωρούν, όπως λέγει ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος “αφορμήν βίου την λειτουργίαν..., ουχί λειτουργίαν υπέυθυνον αλλ’ αρχήν ενεξέταστον”. Με αποτέλεσμα να σκοτίζουν αντί να φωτίζουν τον λαό του Θεού, να πλανώνται και να πλανούν, να γίνονται σκανδαλοποιοί, ταραχοποιοί και δημιουργοί σχισμάτων και διαιρέσεων, αυτοί που έπρεπε να αποτελούν το κέντρο της ενότητος των πιστών.
Δεύτερον. Ο τρόπος της εξόδου ενός ανθρώπου από τον κόσμον αυτόν φανερώνει και τον τρόπο με τον οποίο επολιτεύθη καθ’ όλη την διάρκεια της επίγειας ζωής του. Ο φυσικός τρόπος εξόδου του πεπτωκότος ανθρώπου είναι το μαρτύριο. Γι’ αυτό και οι Άγιοι δοκίμασαν το μαρτύριο καθ’ όλη την διάρκεια της ζωής τους, αλλά και κατά την ώρα της εξόδου τους. Αλλά και όσοι “ετελειώθησαν εν ειρήνη” και αυτοί υπέμειναν μαρτυρικά σε όλη την ζωή τους τον κόπο και τον πόνο των διαφόρων πειρασμών, αλλά και προς το τέλος, υπέμειναν τις διάφορες ασθένειες χωρίς γογγυσμό, αλλά με χαρούμενη διάθεση και δοξολογώντας τον Θεό, επειδή γνώρισαν από την πείρα τους ότι έτσι θα καθαρισθούν και από τις πιο ανεπαίσθητες κηλίδες και θα παραστούν καθαροί ενώπιον του αδεκάστου Κριτού. Οι περισσότεροι άνθρωποι κατά την διάρκεια των πειρασμών και των θλίψεων διαμαρτύρονται και γογγύζουν εναντίον του Θεού και θεωρούν μακάριον εκείνον που φεύγει από τον κόσμον αυτόν χωρίς βάσανα και δυσκολίες, επειδή, ως άγευστοι, αδυνατούν να κατανοήσουν την αγάπη του Θεού και το τί σημαίνει πνευματική χαρά, εσωτερική αγαλλίαση και ζωή αιώνιος “εν τω φωτί”. Η ασθένεια μπορεί να αποδειχθή μεγάλη ευλογία, επειδή κατά την διάρκειά της είναι δυνατόν ο άνθρωπος να ανανήψη και να μετανοήση ειλικρινά.
Η πνευματική ζωή είναι δύσκολη, επειδή έχει να παλαίψη κανείς μετά πάθη του, την αμαρτία και τον διάβολο. Είναι όμως μεγαλειώδης, επειδή είναι η φυσική ζωή του ανθρώπου, που του προσφέρει εσωτερική πληρότητα, τον καταξιώνει ως άνθρωπο και τον κάνει να διαφέρη από τα άλογα ζώα. Γι’ αυτό και είναι “μακάριοι οι εν Κυρίω αποθνήσκοντες”, επειδή “εις τον αιώνα ζώσι”.
ΠΗΓΗ: ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ «ΕΚΚΛΗΣΙΑΣΤΙΚΗ ΠΑΡΕΜΒΑΣΙΣ», ΙΟΥΛΙΟΣ ΑΥΓΟΥΣΤΟΣ 2005- Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Παπαβαρνάβα - www.parembasis.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου